Επιστρέφει ο Έλληνας από τις πολυπόθητες διακοπές. Τις διακοπές που –λέει– θα του έκαναν reset στο μυαλό, θα καθάριζαν το πνεύμα, θα φόρτιζαν την ψυχή του. Στην πραγματικότητα, γύρισε πιο κουρασμένος από ποτέ, με το πορτοφόλι σε κωματώδη κατάσταση και το νευρικό του σύστημα να ψάχνει κουμπί “format”.
Οι παραλίες τον γέμισαν άμμο σε μέρη που δεν θα ‘πρεπε, οι ταβέρνες τον άδειασαν οικονομικά, και τα ξενύχτια στα νησιά τον άφησαν με μόνιμη διάθεση για μεσημεριανό ύπνο που διαρκεί… μέχρι τον Δεκέμβρη. Όμως, ο χρόνος δεν κάνει χάρες.
Η θερμοκρασία, λες και έχει προσωπικό μίσος, αποφασίζει να κάνει επανεκκίνηση καλοκαιριού. Το θερμόμετρο ξαναπαίρνει ύψη, ο ιδρώτας ξαναγίνεται επίσημο άρωμα της χώρας, και η αίσθηση “back to reality” συνοδεύεται από έναν ήλιο που σε κοιτάει ειρωνικά και σου λέει: «Πού πας; Τελείωσε το καλοκαίρι; Σιγά! Εδώ είμαστε ακόμα».
Κι ενώ ο Έλληνας μπαίνει στο δεύτερο μισό του έτους, το εργασιακό περιβάλλον αλλάζει επίπεδο – σαν να μπαίνεις σε πίστα βιντεοπαιχνιδιού που κανείς δεν θέλει. Deadlines από το πουθενά, προϊστάμενοι με όρεξη για νέα targets, και η ψευδαίσθηση ότι “ως τα Χριστούγεννα θα πάει νεράκι”. Νεράκι; Μάλλον βράσιμο, γιατί με τέτοιες θερμοκρασίες, ούτε το κλιματιστικό δεν σε σώζει.
Έτσι λοιπόν, ο μέσος κάτοικος αυτής της χώρας βιώνει το απόλυτο τραγελαφικό: γύρισε από τις διακοπές για να συνεχίσει το καλοκαίρι, αλλά σε λάθος version. Εκεί που ο Αύγουστος υπόσχεται ανάπαυση, ο Σεπτέμβρης σε σπρώχνει στη μάχη. Και κάπου ανάμεσα στη θέρμη του ήλιου και στη θέρμη του αφεντικού, η ψυχή του Έλληνα φωνάζει: “Control-Alt-Delete, ρε παιδιά, να κάνουμε restart!”